Προέλευση και χαρακτηριστικά αρρυθμιών και συμπτώματα των ασθενών
Φυσιολογικά, η καρδιά μας λειτουργεί με 60 έως 100 παλμούς/χτύπους το λεπτό. Αυτός όμως ο ρυθμός λειτουργίας μπορεί να μεταβάλλεται ανάλογα με τις ανάγκες του οργανισμού (δραστηριότητα, ύπνος, αναιμία, υποξυγοναιμία ή διάφορα νοσήματα). Όταν η εύρυθμη λειτουργία της καρδιάς διαταράσσεται, μπορεί να προκύψουν βραδυκαρδίες, δηλαδή να χτυπάει αργά, άλλες φορές όμως, μπορεί να χτυπάει η καρδιά πιο γρήγορα, οπότε μιλάμε για ταχυκαρδίες. Κάποιες άλλες φορές μπορεί οι παλμοί της καρδιάς να χτυπάνε εντελώς άρρυθμα, όπως π.χ. στην κολπική μαρμαρυγή. Πολλές συχνές αρρυθμίες είναι συστολές-χτύποι που παρεμβάλλονται στον φυσιολογικό ρυθμό προκαλώντας μικρές και στιγμιαίες διακοπές οι οποίες λέγονται έκτακτες συστολές. Αυτές συνηθέστερα τις νοιώθουμε σαν «φτερουγίσματα» ή «σαν να κόβεται η ανάσα» και συνήθως δεν είναι καθόλου επικίνδυνες. Πολύ συχνότερα όμως, οι έκτακτες συστολές δεν δίνουν συμπτώματα
και βρίσκονται τυχαία στον καρδιολογικό έλεγχο. Στην περίπτωση της κολπικής μαρμαρυγής, η οποία είναι μια πλήρης αρρυθμία, τις περισσότερες φορές οι ασθενείς νοιώθουν ξαφνικά μια μεγάλη ταχυκαρδία που μπορεί να συνοδεύεται και από πόνο ή δύσπνοια και πάντα είναι χρήσιμο να βγει ένα καρδιογράφημα τη στιγμή εκείνη, ώστε να αναδειχθεί η ταχυκαρδία για να αντιμετωπιστεί αναλόγως ο ασθενής. Γενικότερα, όταν η ταχυκαρδία είναι άνω των 120 σφύξεων και ο ασθενής έχει συμπτώματα, θα πρέπει να αξιολογείται από ιατρό άμεσα. Οι μηχανισμοί πρόκλησης των αρρυθμιών είναι ποικίλοι και η ανίχνευσή τους παίζει ρόλο στον τρόπο αντιμετώπισης.